Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

7 Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν πάμπτωχοι

 

7 Έλληνες πρωθυπουργοί που έζησαν λιτά, χάρισαν τις περιουσίες του και «έφυγαν» πάμφτωχοι από τη ζωή

Έδειξαν έμπρακτα την αγάπη τους για την Ελλάδα και πεθάναν στην «ψάθα»

Μπορεί τη σημερινή εποχή να κυριαρχεί αρνητική άποψη για τους καλοβολεμένους πολιτικούς, ωστόσο υπήρχαν (πολύ παλιά) ακόμη και πρωθυπουργοί που πέθαναν πάμφτωχοι, είτε γιατί χάρισαν την περιουσία τους είτε γιατί επέλεξαν σε όλη τους τη ζωή ένα λιτό τρόπο διαβίωσης.

Ιωάννης Καποδίστριας

Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ο Ιωάννης Καποδίστριας, με τον πρώτο κυβερνήτη της χώρας να κάνει λιτή ζωή, παρότι ήταν εύπορος, όπως αναφέρει σε σχετικό αφιέρωμα η εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος». Μάλιστα, μοίρασε αρκετή από την περιουσία του στις ανάγκες του κράτους και των συμπολιτών του, ενώ αρνήθηκε να λαμβάνει το μισθό του κυβερνήτη, δηλώνοντας ότι τα ιδιαίτερα εισοδήματά του του αρκούν για να ζήσει.

Ανδρέας Λόντος

Ο εκ των πρωταγωνιστών της επανάστασης του 1821 Ανδρέας Λόντος, πρώην μεγαλοκτηματίας έδωσε στον εθνικό αγώνα μεγάλο τμήμα της περιουσίας του. Έφτασε στη θέση του υπουργού Εσωτερικών και μοίρασε τα χρήματά του και τη σύνταξη που λάμβανε ως στρατηγός σε πρώην συναγωνιστές του. Τα τελευταία του χρόνια ζούσε πάμφτωχος, ξεπουλώντας τα τελευταία του υπάρχοντα, ενώ το 1846 αυτοκτόνησε.

Ζηνόβιος Βάλβης

Ο Ζηνόβιος Βάλβης, που έκανε δύο θητείες ως πρωθυπουργός, ζούσε αρκετά λιτά και είχε τη συνήθεια να ντύνεται με κάπα τσοπάνου. Πέθανε πάμφτωχος το 1872 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.



Επαμεινώντας Δεληγιώργης

Το ίδιο φτωχός έφυγε από τη ζωή το 1879 ο εξάκις πρωθυπουργός Επαμεινώντας Δεληγιώργης. Την επόμενη της κηδείας του η Πολιτεία χορήγησε στην οικογένειά του σύνταξη 500 δραχμών το μήνα, για να μην πεινάσουν τα παιδιά του.

Χαρίλαος Τρικούπης

Φτωχότερος από ότι μπήκε στην πολιτική έφυγε και ο επτάκις πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης. Είχε αναγκαστεί να πουλήσει σχεδόν ολόκληρη την πατρική του περιουσία, ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του έμενε σε νοικιασμένο σπίτι.

Γεώργιος Καφαντάρης

Ανάλογη στάση κράτησε και ο Γεώργιος Καφαντάρης, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός το 1924. Όταν μάλιστα πληροφορήθηκε ότι κάποιος πολιτικός μηχανικός θέλησε να του παραχωρήσει δωρεάν κάποιο σπίτι για να μείνει, καθώς γνώριζε τα οικονομικά και προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, αρνήθηκε κατηγορηματικά, δηλώνοντας «πού ξέρω τι αξιώσεις θα προβάλει και τι θέματα θα έχει να επιλύσει για να προτείνει τέτοιο πράγμα». Χρειάστηκε να κάνει συμβολαιογραφικό έγγραφο ο πολιτικός μηχανικός, στο οποίο δήλωνε ρητά ότι δεν θα προβάλει καμία αξίωση, για να γίνει τελικά δεκτή η δωρεά του.

Νικόλαος Πλαστήρας

Τέλος, ο Νικόλαος Πλαστήρας έμεινε στην ιστορία ως φτωχός πρωθυπουργός, για τον λιτό τρόπο ζωής του. Απαγόρευε στους συγγενείς του να χρησιμοποιούν το όνομά του για δικό τους όφελος έμενε στο νοίκι, ενώ αρνήθηκε να βάλει τηλέφωνο φωνάζοντας «Μα τι λέτε; Η Ελλάδα πένεται και εμένα θα μου βάλετε τηλέφωνο;».

Μάλιστα, είχε επιστρέψει ένα χρυσό στυλό που του είχε στείλει ο εκδότης Δημήτρης Λαμπράκης, ενώ στο σπίτι του κοιμόταν σε στρατιωτικό ράντσο. Όταν πέθανε το 1953, άφησε μόνο 216 δραχμές στην ψυχοκόρη του, δέκα δολάρια και μία προφορική διαθήκη «Όλα για την Ελλάδα

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

Νικηταράς

Η Ελληνική κυβέρνηση, επί Όθωνα συνέλαβε το 1839 τον ήρωα Νικηταρά τον Τουρκοφάγο και το καταδίκασε, αν και παντελώς αθώος, σε ενάμιση χρόνο φυλακή, με την κατηγορία της προδοσίας. Η αλήθεια ήταν ότι τον φοβόντουσαν καθώς ανήκε στο κόμμα των Ναπαίων δηλαδή των Ρωσόφιλων. Και οι παλατιανοί του Όθωνα φαντάζονταν ότι ο Νικηταράς θα έριχνε τον Βαυαρό Βασιλιά για κάποιο Ρώσο Πρίγκιπα.

Όταν τον αποφυλάκισαν τον κατάντησαν ζητιάνο στα σοκάκια του Πειραιά. Η αρμόδια αρχή μάλιστα, η οποία χορηγούσε πόστα είχε ορίσει μέρα την εβδομάδα, κάθε Παρασκευή, στον ήρωα επαίτη κοντά στην σημερινή εκκλησία της Ευαγγελίστριας και του επέτρεπε να επαιτεί. Αυτή ήταν η ανταμοιβή του.

Όταν αυτά έφτασαν στα αυτιά του πρέσβη της Μεγάλης Δύναμης Ρωσίας, αυτός επισκέφτηκε τον Πειραιά και πήγε στο πόστο όπου επαιτούσε ο μεγάλος οπλαρχηγός, καθώς μάλιστα γνώριζε ότι οι διώξεις που είχε υποστεί ήταν λόγω των υποψιών και των φημών που τον ήθελαν να συνωμοτεί με τους Ρώσους.

Μόλις ο Νικηταράς αντελήφθη τον ξένο μάζεψε αμέσως το απλωμένο χέρι του.
-Τι κάνετε στρατηγέ μου; ρώτησε ο ξένος
-Απολαμβάνω ελεύθερη πατρίδα. Απάντησε υπερήφανα ο ήρωας.
-Μα εδώ την απολαμβάνετε καθισμένος στον δρόμο; επέμενε ο Ρώσος
-Η πατρίδα μου έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πως περνάει ο κόσμος. Απάντησε περήφανα ο Νικηταράς.
Ο Ρώσος Πρεσβευτής κατάλαβε και διακριτικά φεύγοντας άφησε να του πέσει ένα πουγκί με χρυσές λίρες.
Ο Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγκί και φώναξε στον ξένο. 
-Σου έπεσε το πουγκί σου. Πάρε το μην το βρει κανένας και το χάσεις.

Στις 25 Σεπτεμβρίου του 1849, ο γενναιότερος των γενναίων, πεθαίνει ξεχασμένος, τυφλός και πάμπτωχος σε ηλικία μόλις 68 ετών σε μια φτωχοκαλύβα στο Λιμάνι του Πειραιά. 

Ο νικητής της μάχης των Δερβενακίων ήταν μια από τις ευγενέστερες μορφές, τις πιο αγνές και ανιδιοτελείς του μεγάλου εκείνου αγώνα. Από το 1839 ταλαιπωρείται όταν φυλακίζεται στην Αίγινα. Αποφυλακίζεται μετά από δύο χρόνια τυφλός! Η κόρη του όταν τον αντικρίζει πεθαίνει! Ζει πάμπτωχος στον Πειραιά από μια πενιχρή σύνταξη. Οι πιστωτές του βγάζουν σε πλειστηριασμό το μοναδικό του περιουσιακό στοιχείο, το ίδιο το σπίτι του. Πηγαίνει τυφλός στον πλειστηριασμό κρατώντας ένα σπαθί. Είναι το μοναδικό λάφυρο που δέχθηκε να πάρει μετά τη νίκη του στα Δερβενάκια. Όταν τον αντικρίζουν να διαβαίνει στην αίθουσα του πλειστηριασμού όλοι με σεβασμό και ντροπή σιωπούν. Ο Νικηταράς ανεβαίνει στο βήμα και λέει: «Τελευταίος πλειοδότης το σπαθί του Νικηταρά».

 Τον έθαψαν στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, δίπλα στον τάφο του Κολοκοτρώνη. 
                                                                      Στέφανος Μιλεσης