Φιλοσοφία
Αυτονομία
Βασική θέση στο έργο του Καστοριάδη κατέχει η έννοια της "Αυτονομίας", σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που ο ίδιος αποκαλέστηκε και "Φιλόσοφος της Αυτονομίας". Ετυμολογικά βέβαια, η λέξη σημαίνει την πολιτική πράξη κατά την οποία μια κοινωνία δημιουργεί τους δικούς της νόμους και θεσμούς. Εκτός όμως από τους ίδιους τους νόμους, οι κοινωνίες έχουν και την ανάγκη της "νομιμοποίησης" αυτών, την απάντηση δηλαδή στογιατί αυτοί οι νόμοι να είναι οι δίκαιοι. Προγενέστερες κοινωνίες νομιμοποιούσαν τους νόμους τους μέσα από την μεταφυσική, λέγοντας κυρίως ότι τους είχαν δοθεί από κάποιο θεό ή θεϊκό πρόγονο. Ο Καστοριάδης παρατήρησε ότι οι προσπάθειες αυτές για νομιμοποίηση είναι, ως επί το πλείστον τους,ταυτολογικές. Οι νόμοι της Παλαιάς Διαθήκης για παράδειγμα, νομιμοποιούνται από το Θεό, η ύπαρξη του οποίου βεβαιώνεται από το γεγονός ότι έδωσε αυτούς τους νόμους. Ο καπιταλισμός από την άλλη έχει σαν νομιμοποίηση του την "ορθολογικότητα" , το ότι δηλαδή αποτελεί ένα σύστημα στηριγμένο στη λογική. Παρομοίως όμως, ορίζει πρώτα το τι είναι λογικό, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η μεγιστοποίηση ενός "προϊόντος" παραγωγής και η ελαχιστοποίηση ενός "κόστους", των οποίων τις έννοιες ορίζει και πάλι ο ίδιος. Ένας τέτοιος ορισμός της λογικής όμως δεν μπορεί να στηριχτεί ο ίδιος στη λογική, μιας και έχουν υπάρξει πολλές κοινωνίες, που σίγουρα δεν θα αποκαλούνταν "παράλογες", που τον αγνοούσαν πλήρως και έτσι απαιτείται να τον δεχτούμε ως παραδοχή. Μία δεύτερη νομιμοποίηση του καπιταλιστικού συστήματος έχει επιχειρηθεί και με τη χρήση της Δαρβινικής θεωρίας της εξέλιξης των ειδών μέσω φυσικής επιλογής. Εδώ ο καπιταλισμός παρουσιάζεται ως "φυσικός", έχοντας δήθεν προέλθει από την ίδια διαδικασία που δημιούργησε και τον άνθρωπο. Ο Καστοριάδης, εκφράζοντας πρώτα την άποψη ότι η εφαρμογή της θεωρίας αυτής σε κοινωνικά μορφώματα είναι άτοπη, μας θυμίζει ότι η διαδικασία της εξέλιξης αφήνει πίσω της τονκαταλληλότερου προς επιβίωση, με οποιοδήποτε μέσο, και όχι κάποιο ιδανικό αισθητικής ή δικαιοσύνης. Η νομιμοποίηση λοιπόν του καπιταλισμού είναι για άλλη μια φορά ταυτολογική, κάτι που δεν τον καθιστά αυτόματα λογικό ή φυσικό ως σύστημα.
Εδω παρατηρεί ότι πολλές κοινωνίες, τη στιγμή της δημιουργίας τους, παρουσιάζουν φαινόμενα αυτονομίας, όπως οι δημαρχιακές συναντήσεις πολιτών (town hall meetings) κατά την Αμερικανική Ανεξαρτησία και οι οργανώσεις πολιτών κατά τηνΚομμούνα του Παρισίου. Στην εξέλιξη τους όμως, τα συστήματα αυτά, δίνουν την νομοθετική εξουσία σε εκλεγόμενους άρχοντες με αποτέλεσμα την πλήρη αποξένωση του πολίτη από αυτήν. Κατά τον Καστοριάδη, μόνον η λεγόμενη εκτελεστική εξουσίαπου πρέπει να πράττει μόνο κατά κυριολεξία του όρου, εκτελώντας τα βουλεύματα του δήμου, μπορεί να μεταβιβάζεται σε ειδικούς ενώ οι υπόλοιπες, συμπεριλαμβανομένης και της δικαστικής, πρέπει να μένουν στα χέρια των πολιτών μέσω της άμεσης δημοκρατίας.
Σε αντίθεση αυτής της τάσης, οι Έλληνες κατά την αρχαιότητα ως πραγματικά αυτόνομη κοινωνία, γνώριζαν ότι οι νόμοι είναι ανθρώπινοι και κατ' ουσίαν αυτονομιμοποιούμενοι. Μπόρεσαν έτσι να τους αλλάζουν διαρκώς, συχνά με δημοκρατικά μέσα. Το ότι παρά τη συνειδητοποίηση αυτή, οι Έλληνες συνέχισαν να σέβονται και να υπακούουν τους νόμους τους, απέδειξε κατά τον Καστοριάδη ότι οι αυτόνομες κοινωνίες είναι δυνατές μέσα στην ιστορία σε αντίθεση με το επιχείρημα που παρουσιάζει τηθρησκεία ως αναγκαία προϋπόθεση για την διατήρηση της έννομης τάξης
Φαντασιακή Θέσμιση της κοινωνίας
Ο Καστοριάδης πίστευε ότι η θέσμιση των κοινωνιών, είτε ως αυτόνομες είτε όχι, προϋποθέτει μια συγκεκριμένη σύλληψη του κόσμου και της σχέσης του ανθρώπου με αυτόν. Ο καπιταλισμός για παράδειγμα, αναδυόμενος μέσα από τη βιομηχανική επανάσταση, συλλαμβάνει έναν επιστημονικά ορισμένο κόσμο με μία κοινωνία βασισμένη σε αυτό που ο ίδιος ορίζει ως "ορθό λόγο" (λογική). Παραδόξως όμως, όπως επισημαίνει αναλυτικά στο πρωτοποριακό του έργο "Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας" [1975], ο Κομμουνισμός βασίζεται επίσης στην ίδια φαντασιακή σύλληψη, καθώς οραματίζεται με τη σειρά του μια κατ' ουσία βιομηχανική κοινωνία, όπου η ευημερία του ανθρώπου είναι υλικά μετρήσιμη και βελτιστοποιήσιμη μέσω της τεχνολογίας. Αποδέχεται έτσι τις ίδιες καπιταλιστικές κατηγορίες και ορισμούς, όπως το τι είναι "προϊόν", "κόστος" κλπ. Έτσι λοιπόν, η ιστορική εξέλιξη της Μαρξιστικής θεωρίας, όπως το παράδειγμα της Σοβιετικής Ένωσης, δεν αποτελεί δολιοφθορά ή "έκπτωση" της αρχικής της ιδεολογίας αλλά η μοιραία της πραγμάτωση μέσα στο χρόνο. Η Ιστορία, δηλαδή, "δείχνει στα γεγονότα αυτό που ή θεωρητική ανάλυση δείχνει απ' την πλευρά της στις ιδέες: ότι το Μαρξιστικό σύστημα αποτελεί μέρος της καπιταλιστικής κουλτούρας"
Στο σημείο αυτό, επανέρχεται στο θέμα της αρχαίας Ελλάδας όπου το θεμελιώδες φαντασιακό, όπως φαίνεται από τον Όμηρο και τον Ησίοδο στις αντίστοιχες κοσμογονίες τους, έχει τον κόσμο να γεννιέται από το Χάος. Σήμερα, και ενώ ο όρος αυτός έχει αναχθεί σε επιστημονική θεωρία (Θεωρίας του Χάους), ο Καστοριάδης προτιμά τον ορισμό του ως "τίποτα" Αυτή η σύλληψη ήταν, κατά τον Καστοριάδη, η γενεσιουργός δύναμη της αρχαίας δημοκρατίας αφού αφήνει τον άνθρωπο δημιουργό του δικού του νοήματος, σε έλλειψη κάποιου ανώτερου προϋπάρχοντος νόμου.
Αρχαία Ελλάδα και Δύση
Ασχολούμενος με το φαινόμενο της αρχαιοελληνικής δημοκρατίας ο Καστοριάδης βρίσκει πάλι το φαινόμενο της αυτοθέσμισης και αυτονομίας ενώ αντικρούει την άποψη που θέλει το πολίτευμα αυτό να πηγάζει από τα φαινόμενα της δουλείας, της γεωγραφίας του Ελλαδικού χώρου ή την οπλικήφάλαγγα. Όπως παρατηρεί, σε μια διάλεξη του στο Λεωνίδιο το 1984. η Γερμανία, ενώ θα έπρεπε με βάση το επιχείρημα της γεωγραφίας να αποτελεί, ήδη από το Μεσαίωνα, ένα ενιαίο κράτος, γνωρίζουμε ότι κάτι τέτοιο δεν έγινε παρά μόνο πρόσφατα και ότι αυτός ο κατακερματισμός με τη σειρά του δεν οδήγησε σε καμία μορφή δημοκρατίας. Ούτε και η παρουσία της δουλείας σε άλλες κοινότητες η οποία μάλιστα δεν ήταν βασικό στοιχείο της πρώτης δημοκρατικής κοινωνίας την εποχή του Κλεισθένη, οδήγησε αυτόματα στη δημοκρατία. Αντίθετα, η δημοκρατία της αρχαίας Ελλάδος στηρίχτηκε όχι στην τάξη των δούλων αλλά σε αυτή των μικροεμπόρων, κάτι γνωστό στον ίδιο το Μαρξ όπως επισημαίνει στην ίδια διάλεξη.
Το φαινόμενο της μικρής αυτονομούμενης πόλης κράτους αναδύεται ξανά στις ανεξάρτητες πόλεις της βορείου Ιταλίας κατά την Αναγέννηση, βασιζόμενη ξανά στην τάξη των μικροεμπόρων.
Η αρχαία Ελλάδα κατά τον Καστοριάδη δεν πρέπει να αποτελέσει πρότυπο αλλά έμπνευση για μία σύγχρονη αυτόνομη δημοκρατία. ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ
«Οι Έλληνες, η ανατροφή τους, η παιδεία τους και η πολιτική τους καταγωγή.»
Καστοριάδης: ......Δεύτερον, στο μέτρο που μπορώ να ξέρω κάτι, είναι ότι η πολιτική ζωή του ελληνικού λαού τελειώνει περίπου το 404 π.χ.
Δημοσιογράφος: Νομίζω ότι θα ενοχλήσει πολύ αυτή η διατύπωσή σας.
Καστοριάδης: Τι να κάνουμε. Μιλώ για την πραγματική πολιτική ζωή του λαού ως αυτόνομου παράγοντα. Δεν μιλώ για μάχες, για αυτοκράτορες, για Μεγαλέξανδρους και Βασίλειους Βουλγαροκτόνους. Μετά τον πέμπτο π.Χ. αιώνα και την αυτοκυβέρνηση του λαού στις δημοκρατικές πόλεις -και πάντως, μετά τον περίεργο τέταρτο π.Χ. αιώνα- η ελληνική ελευθερία πεθαίνει. Οι ελληνικές πόλεις γίνονται υποχείριες των βασιλέων της Μακεδονίας. Βεβαίως, ο Αλέξανδρος και οι διάδοχοί του παίζουν έναν κοσμοϊστορικό ρόλο. Κατακτούν την Ασία και την Αίγυπτο. Διαδίδουν την ελληνική γλώσσα και παιδεία. Αλλά πολιτική ζωή, πλέον, δεν υπάρχει. Τα βασίλεια των διαδόχων του Αλεξάνδρου, ως πολιτική συγκρότηση, είναι ουσιαστικά μοναρχίες. Εξάλλου, καθώς ξέρουμε, ο ίδιος ο Αλέξανδρος αντιμετώπισε στασιασμό των Ελλήνων που είχε πάρει μαζί του, διότι ήθελε να τους υποχρεώσει να γονυπετούν μπροστά του, όπως οι Πέρσες μπροστά στο Μεγάλο Βασιλέα – πράγμα ανθελληνικότατο. Σε όλη τη διάρκεια της ελληνιστικής εποχής οι ελληνικές πόλεις, με λίγες περιθωριακές και παροδικές εξαιρέσεις, αποτελούν παιχνίδια στα χέρια των ελληνιστικών δυναστειών. Ακολουθεί η ρωμαϊκή κατάκτηση, κάτω από την οποία οι ελληνικές πόλεις δεν έχουν παρά μόνον κοινοτική ζωή. Κατόπιν, έρχεται η βυζαντινή αυτοκρατορία. Το Βυζάντιο είναι μια ανατολική, θεοκρατική μοναρχία. Στο Βυζάντιο η πολιτική ζωή περιορίζεται στις ίντριγκες της Κωνσταντινούπολης, του αυτοκράτορα, των “δυνατών” και των ευνούχων της αυλής. Και βεβαίως, τα σχολικά μας βιβλία δεν αναφέρουν ότι στη βυζαντινή αυλή υπήρχαν ευνούχοι, όπως σ’ αυτήν του Πεκίνου.
Δημοσιογράφος: Όλα αυτά αφορούν ένα πολύ μακρινό ιστορικό παρελθόν. Η Ελλάδα ως σύγχρονο νεοελληνικό κράτος έχει, ήδη, ιστορία εκατόν εβδομήντα ετών. Θα θέλατε να επικεντρώσετε σ’ αυτή την περίοδο;
Καστοριάδης: Μα, αυτή η περίοδος είναι ακατανόητη χωρίς τους είκοσι έναν αιώνες ανελευθερίας που προηγήθηκαν. Λοιπόν, μετά το Βυζάντιο έρχεται η τουρκοκρατία. Μην ανησυχείτε, δεν θα μπω σε λεπτομέρειες. Θα αναφέρω μόνο ότι επί τουρκοκρατίας όση εξουσία δεν ασκείται απευθείας από τους Τούρκους, ασκείται από τους κοτζαμπάσηδες (τους εντολοδόχους των Τούρκων), οι οποίοι κρατούν τους χωριάτες υποχείριους. Συνεπώς, ούτε σ’ αυτή την περίοδο μπορούμε να μιλήσουμε για πολιτική ζωή. Όταν αρχίζει η Επανάσταση του 1821, διαπιστώνουμε από τη μια μεριά τον ηρωισμό του λαού και από την άλλη, σχεδόν αμέσως, την τεράστια αδυναμία να συγκροτηθεί μια πολιτική κοινωνία. Την επομένη της πτώσης της Τριπολιτσάς αρχίζουν οι εμφύλιοι πόλεμοι.
Δημοσιογράφος: Πού οφείλεται αυτή η «τεράστια αδυναμία να συγκροτηθεί μια πολιτική κοινωνία»; Ποιοι είναι οι λόγοι;
Καστοριάδης: Ουδείς μπορεί να δώσει απάντηση στην ερώτησή σας για ποιο λόγο, κάποιος, σε μιαν ορισμένη στιγμή, δεν δημιούργησε κάτι. Η συγκρότηση ενός λαού σε πολιτική κοινωνία δεν είναι δεδομένη, δεν είναι κάτι που χαρίζεται, αλλά κάτι που δημιουργείται. Μπορούμε απλώς να διαπιστώσουμε ότι, όταν απουσιάζει μια τέτοια δημιουργία, τα χαρακτηριστικά της προηγούμενης κατάστασης διατηρούνται ή αλλάζουν μόνο μορφή.
Δημοσιογράφος: Και ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτά στην ελληνική περίπτωση;
Καστοριάδης: Ορισμένα τα εντοπίζουμε, ήδη, στους εμφύλιους πολέμους της Επανάστασης του 1821. Βλέπουμε, για παράδειγμα, ότι η νομιμοφροσύνη και η αλληλεγγύη έχουν τοπικό ή τοπικιστικό χαρακτήρα, ισχυρότερο συχνά από τον εθνικό. Βλέπουμε, επίσης, ότι οι πολιτικές κατατάξεις και διαιρέσεις είναι συχνά σχετικές με τα πρόσωπα των «αρχηγών» και όχι με ιδέες, με προγράμματα, ούτε καν με “ταξικά” συμφέροντα. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό είναι η στάση απέναντι στην εξουσία. Στην Ελλάδα, μέχρι και σήμερα, το κράτος εξακολουθεί να παίζει τον ρόλο του ντοβλετιού, δηλαδή μιας αρχής ξένης και μακρινής, απέναντι στην οποία είμαστε ραγιάδες και όχι πολίτες. Δεν υπάρχει κράτος νόμου και κράτος δικαίου, ούτε απρόσωπη διοίκηση που έχει μπροστά της κυρίαρχους πολίτες. Το αποτέλεσμα είναι η φαυλοκρατία ως μόνιμο χαρακτηριστικό. Η φαυλοκρατία συνεχίζει την αιωνόβια παράδοση της αυθαιρεσίας των κυρίαρχων και των «δυνατών»: ελληνιστικοί ηγεμόνες, Ρωμαίοι ανθύπατοι, Βυζαντινοί αυτοκράτορες, Τούρκοι πασάδες, κοτζαμπάσηδες, Μαυρομιχάληδες, Κωλέττης, Δηλιγιάννης.
Δημοσιογράφος: Εξαιρέσεις δεν βλέπετε να υπάρχουν; Εξαιρέσεις εντοπισμένες κυρίως στον 19ο και στον 20ό αιώνα;
Καστοριάδης: Ε, υπάρχουν δυο-τρεις εξαιρέσεις: ο Τρικούπης, ο Κουμουνδούρος, το βενιζελικό κίνημα στην πρώτη περίοδό του. Αλλά τα όποια αποτελέσματά τους καταστράφηκαν από τη δικτατορία του Μεταξά, την Κατοχή, τον Εμφύλιο, τον ρόλο του παλατιού, τη δικτατορία της 21ης Απριλίου, την πασοκοκρατία. Στο μεταξύ, μεσολάβησε ο σταλινισμός που κατόρθωσε να διαφθείρει και να καταστρέψει αυτό που πήγαινε να δημιουργηθεί ως εργατικό και λαϊκό κίνημα στην Ελλάδα. Τα αποτελέσματα τα πληρώνουμε ακόμη. Μου ζητάτε να σας εξηγήσω. Μπορείτε να μου εξηγήσετε εσείς, γιατί οι Έλληνες, που σκοτώνονταν εννέα χρόνια, για να απελευθερωθούν από τους Τούρκους, θέλησαν αμέσως μετά ένα βασιλιά; Και γιατί, αφού έδιωξαν τον Όθωνα, έφεραν τον Γεώργιο; Και γιατί μετά ζητούσαν “ελιά, ελιά και Κώτσο βασιλιά”;
Δημοσιογράφος: Μα, οι δικές σας απαντήσεις ενδιαφέρουν ιδίως όταν αφορούν ερωτήματα που εσείς θέτετε. Θα θέλατε, λοιπόν, να διατυπώσετε τις απόψεις σας;
Καστοριάδης: Σύμφωνα με την παραδοσιακή «αριστερή» άποψη, όλα αυτά τα επέβαλαν η Δεξιά, οι κυρίαρχες τάξεις και η μαύρη αντίδραση. Μπορούμε όμως να πούμε ότι όλα αυτά τα επέβαλαν στον ελληνικό λαό ερήμην του ελληνικού λαού; Μπορούμε να πούμε ότι ο ελληνικός λαός δεν καταλάβαινε τι έκανε; Δεν ήξερε τι ήθελε, τι ψήφιζε, τι ανεχόταν; Σε μιαν τέτοια περίπτωση αυτός ο λαός θα ήταν ένα νήπιο. Εάν όμως είναι νήπιο, τότε ας μη μιλάμε για δημοκρατία. Εάν ο ελληνικός λαός δεν είναι υπεύθυνος για την ιστορία του, τότε, ας του ορίσουμε έναν κηδεμόνα. Εγώ λέω ότι ο ελληνικός λαός -όπως και κάθε λαός- είναι υπεύθυνος για την ιστορία του, συνεπώς, είναι υπεύθυνος και για την κατάσταση, στην οποία βρίσκεται σήμερα.
Δημοσιογράφος: Πώς την εννοείτε αυτή την ευθύνη;
Καστοριάδης: Δεν δικάζουμε κανέναν. Μιλάμε για ιστορική και πολιτική ευθύνη. Ο ελληνικός λαός δεν μπόρεσε έως τώρα να δημιουργήσει μια στοιχειώδη πολιτική κοινωνία. Μια πολιτική κοινωνία, στην οποία, ως ένα μίνιμουμ, να θεσμισθούν και να κατοχυρωθούν στην πράξη τα δημοκρατικά δικαιώματα τόσο των ατόμων όσο και των συλλογικοτήτων.
Δημοσιογράφος: Θέλετε να πείτε ότι -αντιθέτως- σε άλλες χώρες, στη Δυτική Ευρώπη.
Καστοριάδης: Εκεί, αυτό έγινε! Ο μακαρίτης ο Γιώργος Καρτάλης έλεγε κάνοντάς μου καζούρα στο Παρίσι το 1956:«Κορνήλιε, ξεχνάς ότι στην Ελλάδα δεν έγινε Γαλλική Επανάσταση». Πράγματι, στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει εποχή που ο λαός να έχει επιβάλει, έστω και στοιχειωδώς, τα δικαιώματά του. Και η ευθύνη, για την οποία μίλησα, εκφράζεται με την ανευθυνότητα της παροιμιώδους φράσης: «εγώ θα διορθώσω το ρωμέικο;». -Ναι, κύριε, εσύ θα διορθώσεις το ρωμέικο, στο χώρο και στον τομέα όπου βρίσκεσαι
ΠΗΓΗ Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com
Δημήτρης Μαργαρίτης… Tο βιβλίο: Κορνήλιος Καστοριάδης και το τέλος του κλασσικού εργατικού κινήματος