Πέμπτη 30 Αυγούστου 2018

Λαϊκές αγορές με βιολογικά προϊόντα

ΑΓΟΡΕΣ ΒΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΗΤΩΝ ΑΤΤΙΚΗΣ 

Δευτέρα 

- Αγορά Χαϊδαρίου, Λ. Αθηνών, όπισθεν νέου δημαρχείου. 

Όλο το χρόνο 14:00 - 17:30 μ.μ 

- Αγορά Κηφισιάς, Κοκκιναρά , μεταξύ των οδών Κ. Καραμανλή και Παναγιάς Ελευθερώτριας, Πολιτεία Κηφισιά. 

Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Νέας Σμύρνης, Ιωσηφόγλειο ίδρυμα (παράδρομος Λ. Συγγρού 221). Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Περιστερίου, Πάρου και Δημοσθένους (δίπλα από την παιδική χαρά). Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Ελληνικού- Αργυρούπολης. Η αγορά δεν λειτουργεί. 


Τρίτη 

- Αγορά Κορυδαλλού. Η αγορά δεν λειτουργεί. 

- Αγορά Νέου Ηρακλείου, Ελ. Βενιζέλου και Χελμού, όπισθεν κινηματογράφου "ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ". 

Χειμερινό ωράριο: 14:30 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Παλαιού Ψυχικού, πλ. Αρσακείου, Πριγκιπίσσης Ελένης και Στρατ. Καλλάρη. 

Όλο το χρόνο 14:00 - 17:30 μ.μ 

-Αγορά Νίκαιας, Θηβών 243, Πολιτιστικό Κέντρο «Μάνος Λοΐζος». 

Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 


Τετάρτη 

- Αγορά Ηλιούπολης, Αλεξάνδρου Παπαναστασίου (Πολυκλαδικά). 

Χειμερινό ωράριο: 14:30 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Πειραιά, Κλεισόβης και Χατζηκυριακού, δίπλα στο Χατζηκυριάκειο Ίδρυμα. Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Γλυφάδας. Η αγορά δεν λειτουργεί. 

- Αγορά Χαλανδρίου, Τυμφριστού και Ιωαννίνων. 

Όλο το χρόνο 13:00 - 17:30 μ.μ 

- Αγορά Φιλοθέης, Στρατηγού Βεντήρη και Αγίας Φιλοθέης.

Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 


Πέμπτη 

- Αγορά Γέρακα, Εθν. Αντιστάσεως και Μαυροβουνιώτου. 

Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ

- Αγορά Παλαιού Φαλήρου, στο ελεύθερο πάρκινγκ σταδίου Ταε Κβο Ντο. 

Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Πετρούπολης, Κρήτης & Δωδεκανήσου (είσοδος Βοτανικού Κήπου). 

Όλο το χρόνο 14:00 - 17:30 μ.μ 

- Αγορά Θρακομακεδόνων, Ζαφειράκη (πλατεία Αλμπανέλλα). 

Όλο το χρόνο 13:00 - 17:30 μ.μ 


Παρασκευή 

- Αγορά Χολαργού, Σύρου, δίπλα στο Δημαρχείο. 

Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Νέας Ιωνίας, Πατριάρχου Ιωακείμ 4, δίπλα στο ΚΕΠ. 

Όλο το χρόνο 13:30 - 17:30 μ.μ 

- Αγορά Καισαριανής, Άλσος, όπισθεν του γηπέδου Νήαρ Ηστ. 

Χειμερινό ωράριο: 14:00 - 17:30 μ.μ 

Θερινό ωράριο: 16:00 - 19:30 μ.μ 

- Αγορά Αγίας Βαρβάρας, πεζόδρομος Κουντουριώτου και Ελ.Βενιζέλου. 

Όλο το χρόνο 14:00 - 17:30 μ.μ 


Σάββατο 

Οι Αγορές του Σαββάτου λειτουργούν πρωί 08:30 π.μ - 14:00 μ.μ όλο το χρόνο 

- Αγορά Βούλας, Νηρέως μεταξύ των οδών Ήρας και Διός. 

- Αγορά Ιλίου, Λ. Δημοκρατίας (πλησίον Carrefour), στο Πάρκο Τρίτση. 

- Αγορά Ελευσίνας, Ιωάννου Αγαθού (όπισθεν Δημαρχείου). 


Κυριακή 

- Αγορά Πόρτο Ράφτη, Μαρκόπουλο, Γρέγου & Μυρρινούντος. 

Όλο το χρόνο 09:00 π.μ - 14:00 μ.μ 

www.bioagores.org 

sybaa2002@gmail.com 

Σύλλογος Βιοκαλλιεργητών Αγορών Αττικής 

Εθνάρχου Μακαρίου 13, 121 31 Περιστέρι 

Τηλ./Fax: 210 36 15 490, Κιν.: 695 100 1637 - 695 178 8402 

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2018

Ο σεβασμός ήτο τέτοιος.....

"Εν γένει ο σεβασμός των αρχαίων Ελλήνων προς τα ιερά άλση ήτο τοιούτος, ώστε από των δένδρων τούτων δεν ήτο επιτετραμμένον ν' αφαιρεθώσιν ούτε κλάδοι, ούτε τα καταπέσοντα φύλλα, ακόμη δε περισσότερον απηγορεύετο και η κοπή τούτων [...] Τι απέγινεν όμως η αρχαία προς τα δάση λατρεία και ο θρησκευτικός σεβασμός τον οποίον έτρεφον οι ημέτεροι πρόγονοι και τον οποίον μαρτυρεί η ιστορία; Δυστυχώς δεν εκληροδοτήθη εις ημάς, διότι τα ημέτερα ήθη πολύ απεμακρύνθησαν των προγονικών. Οι θρησκευτικοί δεσμοί των αρχαίων από πολλού διερρήχθησαν, οι δε δεσμοί, δι' ων συνέδεσεν η φύσις την ευδαιμονίαν των ανθρώπων μετά της υπάρξεως δασών, έπαυσαν όντες τοιούτοι. Το δένδρον δεν προσωποποιείται πλέον ως νύμφη, δεν παρίσταται πλέον εις το όμμα του νεωτέρου θετικιστού ως μετέχον της λύπης και της χαράς ημών [...] Το ελληνικόν δάσος θα σωθή, αν ξυπνήση εις την κοινωνίαν μας η πίστις εις την ωφελιμότητά του, εις την ωμορφιά του καθώς και εις την χρησιμότητά του. Είναι ανάγκη να κινηθή η δημοσία γνώμη υπέρ της Ελληνικής χλωρίδος "

Αναστάσιος Στέφανος, επιθεωρητής αναδασώσεων, "Αι Δρυάδες των αρχαίων Ελλήνων και τα δάση των νεωτέρων" (1933)

-τον είδες ποτέ σου; -Οχι, μα τόνε ξέρω. 27-8-1905

«Πριν κάμποσο καιρό, πάνου στη Λιάκουρα, στο αετοχώρι το Δαδί, ρώτησα ένα παιδί ως οχτώ χρονώ:
- Τον ξέρεις τον Άρη;
- Ναι, μου λέει. Τον ξέρω.
- Τον είδες ποτέ σου;
- Όχι. Μα τόνε ξέρω.
- Πώς είναι;
- Τρεις βολές πιο αψηλός απ' τον πατέρα μου. Κι έχει ένα μεγάλο-μεγάλο κόκκινο άλογο. Και πίσω τον ακολουθάει πάντοτες ένας τρανός αητός με μια σημαία.
Μιαν άλλη φορά, στα Τρίκαλα, ρώτησα ένα “αετόπουλο” που πέρναγε τις γραμμές του οχτρού μεταφέροντας μαντάτα στους αντάρτες μέσα στο κούφωμα ενός καλαμιού.
- Γιωργή, τον ξέρεις τον Άρη;
- Τόνε ξέρω.
- Τον είδες ποτέ σου;
- Τον είδα με τα μάτια μου.
- Πώς είναι;
- Έχει μακριά γένεια κι ένα αληθινό άστρο στο μαύρο σκούφο του. Κι άμα μιλάει -κι ας χιονίζει ακόμα- γίνεται μονομιάς πολλή ζέστα. Κι όταν ακούνε το όνομά του οι Γερμανοί κρύβουνται σα λαγοί μέσα στα δάσα.
Ένα μεγάλο κόκκινο άλογο, ένας αητός με μια σημαία, ένα άστρο αληθινό, πολλή ζέστα -αυτός είναι ο Άρης των παιδιών και των μεγάλων.
Και γω που δυο φορές όλο-όλο τον αντάμωσα, έτσι σαν τα παιδιά και γω, έτσι τον βλέπω και τον τραγουδάω τον ΑΡΗ»

(Γιάννης Ρίτσος, Το υστερόγραφο της δόξας - Άρης Βελουχιώτης)

Σάββατο 25 Αυγούστου 2018

Μακροβιοτική διατροφή



Γιν και Γιανγκ στις τροφές

Η Μακροβιοτική διατροφή, βοηθά να ακολουθούμε τους ρυθμούς του περιβάλλοντός και να προσαρμοζόμαστε σ’ αυτό, ακριβώς όπως ντυνόμαστε με ζεστά ρούχα το χειμώνα ή αναζητούμε δροσιά το καλοκαίρι.
Το κρέας, τα σκληρά τυριά, τα αυγά είναι πιο Γιανγκ τροφές από τα λαχανικά, γιατί είναι το αποτέλεσμα της συγκέντρωσης των φυτών που έτρωγαν τα ζώα.
Στα φυτά, τα ριζώδη λαχανικά και οι σπόροι είναι πιο Γιανγκ (μεγαλώνουν στο χώμα, πιο συμπαγή) από ότι τα φύλλα & τα κλαδιά. Τα λαχανικά εδάφους είναι πιο Γιανγκ (συμπαγή, λιγότερο υγρά) από τους καρπούς των δέντρων. Φυτά που μεγαλώνουν πιο γρήγορα, σε θερμά κλίματα και περιέχουν περισσότερα υγρά, είναι πιο Γιν.
Φυτά που μεγαλώνουν πιο αργά σε πιο εύκρατο κλίμα, έχουν λιγότερο νερό και είναι πιο σκληρά, είναι πιο Γιανγκ.
Όταν καταναλώνουμε τροφές που είναι ακραία Γιανγκ (κρέας, αυγά, σκληρά αλατισμένα τυριά), δημιουργούμε την επιθυμία για το άλλο άκρο του Γιν (ζάχαρη, αλκοόλ, μπαχαρικά, καφέ, παγωτά, τροπικά φρούτα) στην προσπάθεια να ισορροπήσουμε την κατάστασή μας (φυσικό / νοητικό επίπεδο).
Αυτή η ανισορροπία (ταλάντευση στα άκρα) υποδαυλίζει την υγεία μας σε όλα τα επίπεδα.
Συμβολή σε αυτό έχει η διατροφή και ο τρόπος ζωής μας.

Πρότυπο Μακροβιοτικής Διατροφής

«Είμαστε ότι τρώμε». Ο τρόπος διατροφής μας, επηρεάζει ολόκληρη την υπόστασή μας. Είναι μία διαδικασία χωρίς την οποία δεν επιβιώνουμε και με την οποία χτίζουμε  το φυσικό σώμα αλλά και τις νοητικές και ψυχικές λειτουργίες μας.
Μέσα από επιστημονικές έρευνες, έχει αποδειχθεί ότι η Μακροβιοτική δίαιτα επηρεάζει  θετικά την ανθρώπινη υγεία και αποτελεί ένα φυσικό και υγιεινό τρόπο διατροφής που βοηθά στην αποφυγή χρόνιων και  εκφυλιστικών ασθενειών. Είναι γευστική, θρεπτική, με μεγάλη ποικιλία επιλογών και κατάλληλη για όλες τις ηλικίες.
Ο Μακροβιοτικός τρόπος διατροφής προτείνει τα παρακάτω συστατικά ως βασικά, καθημερινά διατροφικά είδη:
Basic-diet-chart

Αναποφλοίωτα Σιτηρά/Δημητριακά
  • 40-50% του ημερήσιου βάρους.
  • Οργανικά και φυσικά καλλιεργημένα.
  • Περιλαμβάνονται: Καστανό ρύζι, κριθάρι, σιτάρι, κεχρί, βρώμη, σίκαλη, κινόα, αμάρανθος, καλαμπόκι, φαγόπυρο. Άλλα είδη που περιλαμβάνονται: ζυμαρικά, noodles, ζυμωτό ψωμί με προζύμι ή άζυμο, νιφάδες δημητριακών, πληγούρι, σιμιγδάλι κα.

Λαχανικά
  • Περίπου 25-30% του βάρους.
  • Τοπικά και οργανικά καλλιεργημένα.
  • Μαγειρεμένα με διάφορους τρόπους (βραστά, στον ατμό, σωταρισμένα με νερό/ λάδι, πίκλες-τουρσί, ωμά κα)
  • Καθημερινής χρήσης: Λάχανο, λαχανίδες, μπρόκολο κουνουπίδι, κολοκύθα, κάρδαμο, μαϊντανός, κινέζικο λάχανο, γογγύλια/φύλλα γογγυλιών, ρέβα/φύλλα ρέβας, καρότο/φύλλα καρότου, κρεμμύδι, φρέσκα κρεμμυδάκια, κινέζικο ραπάνι (daikon), σελινόριζα κα
  • ·Περιστασιακή χρήση (2-3 φορές την εβδομάδα): αγγούρι, σέλινο, μαρούλι/σαλάτα γαλλική.
  • Αποφεύγονται: πατάτα, τομάτα, πιπεριά, μελιτζάνα, σπανάκι, κοκκινογούλι, κολοκυθάκι.

Όσπρια
  • Περίπου 5-10% του βάρους.
  • Προτιμούνται τα μικρά με λιγότερο λίπος όσπρια, όπως: φακές, ρεβύθια, αζούκι, μαύρα φασόλια, σόγιας. Επίσης προϊόντα από όσπρια όπως: τέμπε, νάττο, τόφου.

Σούπες
  • Περίπου 5-10% του βάρους.
  • ·Οι καθημερινές μας σούπες  μπορεί να μαγειρεύονται με λαχανικά, φύκια, όσπρια, δημητριακά. Μπορούν να καρυκευθούν με μίσο, σάλτσα σόγιας, θαλασσινό αλάτι.

Ροφήματα
  • Προτιμούμε παραδοσιακά ροφήματα από βότανα, καθώς και ροφήματα από καβουρντισμένο κριθάρι ή ρύζι, καβουρντισμένο τσάι φύλλων (bancha) ή κοτσανιών τσαγιού (kukicha) και καφέ από δημητριακά.
  • Αποφεύγουμε τα πολύ έντονα, αρωματικά ή/και διεγερτικά ροφήματα.
  • Προτιμούμε νερό από πηγή, σε θερμοκρασία περιβάλλοντος (ποτέ παγωμένο).

Λοιπές τροφές
  • Φύκια όπως: nori, wakame, kombu, hiziki, arame, dulse, agar-agar, είναι απαραίτητα συστατικά της Μακροβιοτικής διατροφής, αφού παρέχουν σημαντικές ποσότητες βιταμινών, μετάλλων και ιχνοστοιχείων. Μαγειρεύονται σε σούπες ή σαν ξεχωριστό, συνοδευτικό πιάτο.
  • Ελαφρά καβουρντισμένοι σπόροι όπως: κολοκυθόσποροι, ηλιόσποροι, σουσάμι, μπορούν να συνοδεύουν τα γεύματα. Ξηροί καρποί μπορούν να χρησιμοποιούνται ως ένα πρόχειρο σνακ (αμύγδαλα, καρύδια).
  • Εφόσον το απαιτεί η κατάσταση/οι ανάγκες του ατόμου, μπορεί να καταναλώνεται ψάρι ή θαλασσινά 1-2 φορές την εβδομάδα, κατά προτίμηση μαγειρεμένα στον ατμό, βραστά ή σε σούπα. Αποτελούν το 5-10% του βάρους του φαγητού της ημέρας που καταναλώνονται. Συνήθως αντικαθιστούν τη μερίδα οσπρίων.
  • Φρούτα και επιδόρπια φρούτων, από φρέσκα ή αποξηραμένα φρούτα, μπορούν να καταναλώνονται 2-3 φορές εβδομαδιαία. Προτιμούνται φρούτα εποχής, τοπικά και οργανικά καλλιεργημένα. Αποφεύγονται τροπικά και ημιτροπικά φρούτα. Φρούτα εύκρατης ζώνης θεωρούνται: μήλα, αχλάδια, ροδάκινα, βερίκοκα, δαμάσκηνα, μούρα, φράουλες, πεπόνια. Συνιστάται η αποφυγή συχνής κατανάλωσης χυμών.

Καρυκεύματα
  • Γκομάσιο (σκόνη σουσαμιού-αλατιού), σκόνη φυκιών, δαμάσκηνα ουμεμπόσι, πίκλες-τουρσί (χωρίς λάδι-ξύδι), ξυνολάχανο, μπορούν να συνοδεύουν και να δίνουν επιπλέον γεύση στα φαγητά μας.
  • Γλυκαντικές ουσίες που προτιμούνται είναι τα: σιρόπι ρυζιού και κριθαριού, αμαζάκε, μίριν.
  • Υλικά για ξινή γεύση: ξύδι καστανού ρυζιού, ξύδι από ούμε, χυμός λεμονιού.
  • Φυσικό, ανεπεξέργαστο θαλασσινό αλάτι, σάλτσα σόγιας (μη χημική, χωρίς ζάχαρη), ταμάρι, μίσο (χωρίς μαγιά), είναι τα είδη που χρησιμοποιούνται για το «αλάτισμα» του φαγητού μας.
  • Έλαια-λίπη που χρησιμοποιούνται, φυτικής προέλευσης, βιολογικής παραγωγής και σε μικρές ποσότητες: ελαιόλαδο, σησαμέλαιο, καλαμποκέλαιο, ηλιέλαιο.

Τρόποι κοπής λαχανικών

  • Ροδέλες
  • Διαγώνιες φέτες
  • Τριγωνικά κομμάτια
  • Παραλληλόγραμμα
  • Μισοφέγγαρα
  • Τέταρτα
  • Σπίρτα
  • Τρίγωνα
  • Ξύσματα
  • Κύβοι
  • Άλεσμα (μικρά κομμάτια)

Τρόποι μαγειρικής

  • Γρήγορο μαγείρεμα (Βράσιμο-μπλανσάρισμα, στον ατμό, σωτάρισμα)
  • Μακρύ μαγείρεμα (Νίσιμε, Κινπίρα, μακρύ βράσιμο)
  • Πίκλισμα
  • Ωμά
  • Με πίεση (χύτρα ταχύτητας)

Μετάβαση στη Μακροβιοτική διατροφή

Τροφές που αποφεύγονται – Αντικαταστάσεις
Στη Μακροβιοτική διατροφή προτείνεται να αποφεύγονται κάποιες τροφές, οι οποίες παράγουν ακραίο ενεργειακό αποτύπωμα, με αποτέλεσμα την ενεργειακή ανισορροπία μας. Αλλάζοντας τον τρόπο διατροφής μας, ίσως, στην αρχή, να βιώσουμε ότι μας «λείπουν» κάποια τρόφιμα που έχουμε συνηθίσει. Στην αρχή λοιπόν, καλό είναι να αντικαθιστούμε αυτές τις τροφές, με πιο ήπιες, μέχρι να φθάσουμε στο σημείο να μην χρειαζόμαστε «υποκατάστατα», αλλά να ακολουθούμε τη βασική Μακροβιοτική δίαιτα χωρίς πρόβλημα.
Ακολουθεί ένας πίνακας που εξηγεί πως μπορούμε να κάνουμε αυτές τις αντικαταστάσεις.
Πίνακας αντικατάστασης τροφίμων
replacement-chart



Η ιστορία του Παναιτωλικού, η ιστορία μας.......από τον Νώντα Σκυφτουλη


«Η ιστορία Παναιτωλικός  ιστορία μας. Το  σύνολο των πράξεών του η ζωή μας. Αυτό κραύγαζε εκείνο το μεγαλοπρεπές, που ήταν γραμμένο σ΄ ένα ατελείωτο πανό,  στον περσινό αγώνα με τον Διαγόρα. «Δ,Γ, Β εθνική δεν σε ξέχασα στιγμή που πάντοτε ήμουν εκεί» , δίνοντας νόημα στην κορυφή χωρίς αλαζονεία και στον πάτο αξιοπρέπεια.
Θυμάστε τότε που «είναι όλα όμορφα πια, έφτασε η μέρα». Και ήταν όλα όμορφα γιατί ήταν όμορφα για τον Παναιτωλικό. Είναι άσχημη μέρα σήμερα ΟΛΑ θλιμμένα για τον Παναιτωλικό. Είναι άσχημα όλα και για μας. Έτσι δεν είναι; Έτσι είναι, όπως αυτό είναι το δεξί μου χέρι και αυτό το αριστερό μου χέρι. Τόσο απόλυτα. Τόσο απόλυτα; Τόσο, τόσο. Συνειδητή επιλογή είναι ο Παναιτωλικός δεν είναι στρατολόγηση. Βίωμα είναι μωρέ και όχι λησταρχική ιδιοτελή σχέση. Δεν είναι γάμος. Είναι γάμος και κηδεία.  Οι Κυριακές το ορίζουν κάθε φορά.

Ο δρόμος άνοιξε… και πρώτος γύρος Α! Εθνικής. Όλα λάμπουν, όλοι χαμογελούν στο Αγρίνιο. Μήπως στο Σπάρτο, στην Αμφιλοχία, Στην Κατούνα, στην Παλαιομάνινα, στα Καλύβια, στο Αγγελόκαστρο, στην Μακρυνεία, στο Θέρμο, το ίδιο δεν έκαναν που η ομάδα είχε υψηλή βαθμολογία και παράλληλα την έφεραν στην έκτη θέση στα εισιτήρια με τον  έβδομο  μακριά;  Ωραία ε; Ναι, ναι. Αυτά ήταν τότε όλα κι όλα τα λόγια. Λίγα λόγια και πολύ υπερηφάνεια.
Δεύτερος γύρος: Η κατάρα του δεύτερου γύρου που μας κυνηγάει ακόμα από το 1967. Πάντα κάτω. Κάπου εδώ αρχίζει ο ατέρμονος λόγος του Ελληνικού ποδοσφαίρου για να αποφύγουμε την πίκρα και να λησμονήσουμε τις «συννεφιασμένες Κυριακές».
Φταίει ο δεύτερος γύρος. Φταίει ο Κουτρουμάνος με τους χιαστούς. Φταίει το ρόστερ. Φταίει ο πρόεδρος που πλήρωνε στην ώρα του. Φταίει και ο αντιπρόεδρος. Φταίει η διαιτησία. Φταίνε οι κόκκινες. Φταίει το «τιμιότερο» γκολ της σεζόν που δέχτηκε από τον «τρομοκράτη» στο Καραϊσκάκης. Φταίει ο Τεννές κτλ,  κτλ… Φτάνουν αυτά. Σιγά μην πούμε ότι φταίει η Δόξα και ο Λεβαδειακός. Όποιος το έχει ανάγκη ας το κάνει . Όχι ρε φίλε, ένας Παναιτωλικός δεν το έχει ανάγκη. Δεν έχει τόσο έλλειψη  θάρρους ένα Παναιτωλικός.

Κάθε δάκρυ, κάθε ανακοπή, κάθε δικό μας αχ, εκείνος μας το προκάλεσε. Κι αν είναι να φταίει  το καθολικό είναι (θεός) , τότε ναι αυτός φταίει, ο Παναιτωλικός. Όποιος το γνωρίζει αυτό, την πίκρα πρέπει χωρίς τσιγγουνιά να αφήσει να τον πλημμυρίσει κι όσο πιο πολύ τόσο  πιο δυνατό θα γίνει αυτό το αίτιο της δημιουργίας, της χαράς, της αποσυμπίεσης.
Βαρύς ο Παναιτωλικός, δύσκολη και υψηλή αξία. Και οι υψηλές αξίες έχουν υψηλό κόστος. Μακάρι να ήταν «τσάμπα τα λεφτά». Αλλά δεν είναι. Και ο αετός ξέρετε μπορεί να πετάξει χαμηλότερα από την κότα. Αυτή όμως δεν μπορεί να πετάξει ποτέ πιο ψηλά από τον αετό.
Καλά έχουμε επιλέξει και κλείνουμε την μικρή παρένθεση κλονισμού. Ο δρόμος άνοιξε… γράφουμε πιο πάνω. Όχι ρε φίλε ποιος δρόμος ; Δεν υπάρχουν αδιάβατοι δρόμοι, το δρόμο τον ανακαλύπτεις περπατώντας τον. Δεν υπάρχει αρχή και τέλος. Και ο δρόμος για όποιον  δεν κατάλαβε είναι ο ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΟΣ.


Τα περάσματα τα ξέρουμε, όπως το στήσιμο με τις αξόβεργες. Τις γωνίες τις ξέρουμε. Τις μεριές τις γνωρίζουμε. Τους φίλους και τους εχθρούς καταλαβαίνουμε. Ούτε ένα βήμα πίσω. Και «χιλιόμετρα πολλά κι να έχω κάνει εγώ…» και ξανά και ξανά και ξανά, χωρίς σταματημό. Με την ίδια ένταση.  Ευτυχώς με το κεφάλι ψηλά. Ευτυχώς!!!
Ζήτω ο Παναιτωλικός
Νώντας Σκυφτούλης, κοινωνιολόγος

Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

Μεγαλώνοντας ανάμεσα από τα δύο ρεματα....του Γρηγόρη Τσιλιμαντού


Βαβυλωνία

Βαβυλωνία

Αγρίνιο: Μεγαλώνοντας Ανάμεσα σε Δύο Ρέματα

Γρηγορης Τσιλιμαντός
Το Αγρίνιο είναι μια πόλη που μάθαινε να ζει με τα νερά, την υγρασία και τις λάσπες. Ρέματα, πηγάδια, πολλά πηγάδια, τέσσερις λίμνες γύρω του, Αχελώος κι ένας απέραντος και πλούσιος κάμπος που στον πόλεμο αντιστάθμισε τη λιμοκτονία απ’ την κατοχική πείνα. Οι κερδισμένοι απ’ τον κάμπο είναι άλλη ιστορία.
Γεννημένος το ’60, Δεκέμβρη μήνα. Παντού κρύο, σαν αλουμίνιο όπως οι νύχτες πάνω απ’ το Αγρίνιο, όπως λέει ο μέγας Χατζιδάκης. Το σπίτι στα προσφυγίτικα της Ερυθραίας. Χώρος, η μοναδική κρεβατοκάμαρα αυτή των γονιών κι ένα μαγκάλι αναμμένο. Η μάνα να χαροπαλεύει γιατί δεν έβγαινε το ύστερο (πλακούντας) κι έφραζε το διάφραγμα. Το έβγαλε κομμάτι κομμάτι επιτέλους ο “μάμμος”. Τότε πήρα την πρώτη πνευμονία. Το πάτωμα ξύλινο κι από κάτω η γλαβανή, υπόγεια αποθήκη με ξύλα για το χειμώνα. Εκεί η γιαγιά έκρυβε στην κατοχή αντάρτες, κομμουνιστογειτονιά βλέπεις. Μπούκαραν κάποια φορά οι Γερμανοί, πάτησαν την κουρελού που σκέπαζε την καταπακτή κι έφυγαν. Κορώνα-γράμματα δηλαδή.
Κάτω απ’ το υπόγειο, φλέβα νερού. Μια αγιάτρευτη υγρασία, ακόμη και σήμερα, στα παλιά θεμέλια. Γεννήθηκα σα να λέμε μες τα νερά και την υγρασία. Η Ερυθραία είχε πολλά πηγάδια και το νερό ήταν δώρο και κοινωνικό αγαθό για όλους, πριν έρθει το κράτος με τον οργανισμό και το ρολόι και το κάνει εμπόρευμα, δηλ. πρόοδο.
Κι όπως γεννήθηκα έτσι και μεγάλωσα, ανάμεσα σε δύο ρέματα: Άγιος Κωνσταντίνος – Ερυθραία – Αγρίνιο.
Τα ρέματα δεν χωροθετούσαν μόνο τον τόπο αλλά και τη σύνθεση του πληθυσμού. Από τη μια οι πρόσφυγες, στη μέση οι “μπασταρδεμένοι”, πρόσφυγες και φερτοί, γαμπροί και νύφες από το Ξηρόμερο και τα γύρω χωριά, κι από την άλλη οι Αγρινιώτες. Μία σύνθεση που καθορίστηκε από δύο καταστροφές. Μία φορά από την καταστροφή του ’22, με τον εθνικισμό της Μεγάλης Ιδέας, και μια δεύτερη από την καταστροφική επικράτηση των εθνικιστών και των ταγματασφαλιτών στα γύρω χωριά μετά τον εμφύλιο.
Η Ερυθραία που ήταν στη μέση, με τα δυο ρέματα να την περιστοιχίζουν, μας έδινε το προτέρημα να απλώνουμε τον ζωτικό μας χώρο από το ένα μέρος στο άλλο. Ξέραμε τί θα κάνουμε στο ένα ρέμα και τί θα κάνουμε στο άλλο, σε όλον τον κύκλο του χρόνου, όπως οι μεγάλοι τότε ήξεραν ποιος είναι και τι είναι ο αριστερός και ποιος είναι και τι είναι ο δεξιός.
Ζούσαμε την εποχή της σαφήνειας, στον δικό μας παιδικό χωροχρόνο. Ξέραμε τί μας ένωνε και τί μας χώριζε από αυτό που ήταν πέρα από τις δύο όχθες. Από δύο γέφυρες και τα δύο ρέματα, μια στα πάνω όρια και μια στα κάτω. Απ’ τη μια πλευρά, ο προσιτός κόσμος του Αγ. Κωνσταντίνου κι από την άλλη, ο απρόσιτος για μας τότε, του Αγρινίου. Με τον Αγ. Κωνσταντίνο, τον “συνοικισμό” όπως τον λέγαμε, μας ένωναν τα πέτρινα χαμόσπιτα με τους λουλουδένιους κήπους, η αρχιτεκτονική του τεμαχισμού των οικοπέδων για την εγκατάσταση των προσφύγων, το μοναδικό δημοτικό σχολείο και το πανηγύρι με τον Τζιμ Αρμάο, τις βάρκες, την ασώματο κεφαλή, τον γύρο του θανάτου και το “πέντε κρίκοι ένα τάληρο”.
Η κάτω γέφυρα μας ένωνε με τους δικούς μας. Σ΄αυτή τη γέφυρα χαζεύαμε τα ορμητικά νερά που κατέβαιναν το χειμώνα από το λόφο της Αγ. Παρασκευής και πιο ψηλά από το βουνό πίσω από τον Αη Λια. Η Ερυθραία ποτέ δεν πλημμύρισε. Το καλοκαίρι για να ανέβουμε στον συνοικισμό, κόβαμε δρόμο μέσα από το ρέμα, βάζοντας πέτρες για να περνάμε, όχι πάντα με επιτυχία. Φτιάχναμε τα δικά μας περάσματα. Σ’ αυτό το ρέμα κάναμε το πρώτο μάθημα βιωματικής φυσικής ιστορίας. Μπακακάκια και γυρίνοι, “σκουταρέλες” (σαύρες), πεταλούδες, πουλιά, ακόμη και πετροκάβουρα. Καλαμιές και φτέρες, βάτα και φραγκόσυκα. Όταν πέρναμε το ρέμα ανάποδα, προς το βουνό, πηγαίναμε για κολύμπι στην καταβόθρα, βάθρα όπως τη λένε στη Σαμοθράκη. Οι πιο τολμηροί γυμνοί κι οι ντροπαλοί μαγιώ από νάυλον σακούλα. Ήταν οι τρόποι για να’ χουμε στεγνά εσώρουχα στην επιστροφή για να μην μας πάρουν χαμπάρι οι γονείς. Ο πρώτος γυμνισμός, τα πρώτα σκιρτήματα της απελευθέρωσης του σώματος.
Καταλαμβάναμε και δημιουργούσαμε για λίγες ώρες το δικό μας έδαφος αυτής της απελευθέρωσης. Ακόμη κι οι αυνανισμοί μας εκεί είχαν άλλη διάσταση γιατί εκεί ήταν απαλλαγμένοι από τον αιφνιδιασμό και το επακόλουθο γονάτισμα μπροστά στα εικονίσματα. Ήταν το βίωμα που ξέφευγε από την επίσημη κοινωνία και συντελούνταν κάτω από τη μύτη του Θεού και του αφέντη (πατέρας – παπάς -δάσκαλος – χωροφύλακας).
Είχαμε το προνόμιο να έχουμε και δυό γήπεδα δίπλα σ΄αυτό το ρέμα. Μια αλάνα κατηφορική στην οποία συχνά ψάχναμε τη μπάλα στις καλαμιές και στα λασπόνερα και μια άλλη πιο μικρή αλλά πιο επίπεδη. Κι οι δυό παρατημένα καπνοχώραφα, δώρο των ιδιοκτητών χωρίς περιφράξεις και συρματοπλέγματα.
Οι καλαμιές από το ρέμα μας έφτιαξαν τα πρώτα δοκάρια, όταν σκεφτήκαμε να εγκαταλείψουμε τις πέτρες-σημάδια που όριζαν μέχρι τότε το τέρμα. Και τότε λες κι όλα άλλαξαν. Στόχος δεν ήταν απλώς το γκολ αλλά να πετύχουμε το “δοκάρι και μέσα”, ακόμη και το “δοκάρι κι έξω”, μαγεμένοι από αυτή την ξαφνική αλλαγή πορείας της μπάλας. Οι καλαμιές νοηματοδοτούσαν διαφορετικά τα επιφωνήματα “αχ” και “γκολ”. Εκεί ήταν το εβδομαδιαίο μας ραντεβού για τα “φιλικά” και για τα ντέρμπυ με τα παιδιά του συνοικισμού. Μας ένωνε βλέπεις και ο Κρόνος, η ερασιτεχνική ομάδα των προσφύγων εκατέρωθεν του ρέματος. Μετέπειτα έγινε ΑΕΚ Αγ. Κωνσταντίνου. Τον ΠΑΟΚ τον είχαν πάρει τα Καλύβια τρία χιλιόμετρα έξω από το Αγρίνιο.
Εκεί στις όχθες δινόταν το ραντεβού για τον πετροπόλεμο, που ξεκίνησε, αν θυμάμαι καλά, όταν μας χώρισαν από το μοναδικό δημοτικό στον συνοικισμό και μας πήγαν στο δικό μας, της Ερυθραίας. Σα να προσπαθούσαν να μας κόψουν τον ομφάλιο λώρο, ένα πράμα. Μετρούσαμε μελανιές και καρούμπαλα, αλλά αυτά ήταν τα μυστικά της κάθε όχθης. Μετά πάλι δίπλα δίπλα, στο πανηγύρι, πάλι ντέρμπυ κι όλοι μαζί στα νεκροταφεία που ήταν το γήπεδο του Κρόνου για το Κρόνος-Ακαρνάνας, την ερασιτεχνική ομάδα του Αγρινίου.
Στο άλλο ρέμα, αυτό που μας χώριζε από τ’ Αγρίνιο, βρίσκαμε άλλα καταφύγια για να εδαφικοποιήσουμε την “αλητεία” μας. Εκεί το μάθημα της βιωματικής φυσικής ιστορίας είχε άλλες προσλαμβάνουσες. Πιο πυκνή βλάστηση, πολλά και πυκνά βάτα, με αγριαχλαδιές, λυγαριές, γαϊδουράγκαθα, βούρλα, αγκουρτσιές (ακανθώδεις θάμνοι), γεμάτο καλαμιές και τσουκνίδες, ατσάραντους, ψευτίκια, αξότσονους, γαρδέλια (καρδερίνες), αλλά επίσης κωλοφωτιές (πυγολαμπίδες), χελώνες και φίδια. Η άνοιξη εδώ είχε άλλη διάσταση για τα λιανόπαιδα. Στα βάτα ανοίγαμε τρύπες και φτιάχναμε σπηλιές. Νοιώθαμε σαν ινδιάνοι σε σκηνή που αντί για την πίπα της ειρήνης, ανάβανε κανα τσιγαράκι χύμα. “Μου είπε ο θείος μου να μου δώσεις τρία τσιγάρα”, λέγαμε στον περιπτερά. ‘Ημουν Πέμπτη δημοτικού όταν τράβηξα μέσα μου την πρώτη ρουφηξιά σε μια τέτοια “σπηλιά” και μου ήρθε ο ουρανός σφοντύλι.
Για δάπεδο στρώναμε φύλλα απ’ τα καλάμια κι είμασταν “βασιλιάδες κι αυτοκράτορες”. Τις αγριαχλαδιές τις σεβόμασταν, ούτε που μας πήγαινε στο μυαλό να καβατζώσουμε για το σπίτι αχλάδια. Ένα ο καθένας αραιά και που, αυτό ήταν όλο. Τις κωλοφωτιές όμως δεν τις λυπόμασταν, τις πασαλείφαμε στα ρούχα μας για να φωσφορίζουν τη νύχτα. Το ίδιο και με τα γαρδέλια. Το “στήσιμο” το πήραμε απ’ τα κουρεία, στα οποία τα κλουβιά ήταν θεσμός. Εδώ όμως υπήρχε ιεροτελεστία. Κόβαμε μια αγκουρτσιά και τις κορυφές από τα βούρλα στο μήκος μιας παιδικής ανοιχτής παλάμης, μετά γκαζοτενεκές, φωτιά από κάτω και μέσα το κρεπ, μια παλιά μπεζ εύκαμπτη σόλα. Η άτιμη, όταν έλιωνε, γινόταν παχύρευστη που δεν στέγνωνε με τίποτα. Βουτούσαμε τις βελόνες μέσα και μετά τις καρφώναμε μια μια στα αγκάθια του θάμνου. Το στηρίζαμε με πέτρες κι ένα κλουβί με γαρδέλι ή καναρίνι από κάτω και μετά κρυμμένοι περιμέναμε να πέσει στην παγίδα της κόλλας το υποψήφιο θύμα μας. Μεγαλώνοντας, απαλλαχτήκαμε κάποια στιγμή απ’ αυτή τη βαναυσότητα, μερικούς μας πήρε πολλά χρόνια.
Οι καλαμιές σ΄αυτό το ρέμα ήταν πολύτιμες για τους χαρταετούς. Μόνοι μας τους φτιάχναμε. Λαδόκολλα, αλευρόκολλα για το σώμα και διπλωμένες λωρίδες από εφημερίδα για την ουρά. Τί πράγμα κι αυτό! Πόση περηφάνια όταν σηκωνόταν κι άλλη πόση ακόμα όταν του στέλναμε “τηλεγράφημα”, ένα χαρτάκι με μια ευχή, με τρύπα στη μέση που ταξίδευε κατά μήκος του σπάγγου μέχρι να τον φτάσει, όταν ο σπάγγος είχε καλό “τράβο”, όταν ήταν δηλαδή τεντωμένος. Νοιώθαμε αεροναυπηγοί κι αεροπόροι ταυτόχρονα, σπάνιο πράγμα στο σημερινό κόσμο της εξειδίκευσης και του καταμερισμού εργασίας.
Στην πάνω γέφυρα του ρέματος, δεν πατάγαμε, ήταν βλέπεις στη δικιά μας όχθη και το αστυνομικό τμήμα. Όχι που θα άφηναν τους πρόσφυγες “απροστάτευτους” κι ανεξέλεγκτους να αλωνίζουν. “Η ασφάλεια ήταν για τους πολιτικούς και στ’ Αγρίνιο”, μού ‘λεγε η μάνα μου. Εκεί πήγαινε το φαγητό στον θείο μου, που ήταν στο αντάρτικο λοχαγός του ΕΛΑΣ. Η περιοχή μας χρησίμευε μόνο σαν πέρασμα για να κόβουμε δρόμο μέσα από το ρέμα, για όσους καταφέραμε να μπούμε στο Γυμνάσιο του Αγρινίου. Άλλη χούντα εκεί.
Η κάτω γέφυρα ήταν μικρή και χαμηλή, πάνω στη γούβα, ανάμεσα στην κατηφόρα της δικής μας πλευράς και στην ανηφόρα προς το Αγρίνιο. Αυτός ο δρόμος, “Ν.Ιωνία” για τον ταχυδρόμο, για μας ήταν η “κατηφόρα” και η “ανηφόρα”, βιωματικές ονομασίες σημαδεμένες μονοσήμαντα απ’ την πορεία προς τα Αγρίνιο. Εκεί κάτω πηγαίναμε μόνο για κωλοφωτιές. Αυτή η γέφυρα παρέμεινε για πολλά χρόνια ο δικός μου κόμπος, το δικό μου “μετέωρο βήμα του πελαργού”, ένα βήμα και ήμουν αλλού. Στο εν λόγω ρέμα, το ραντεβού που δίναμε στις όχθες του ήταν μόνο για πετροπόλεμο.
“Πάμε να πολεμήσουμε με τα αγρινιωτάκια” λέγαμε. Μια φορά, τους κυνηγήσαμε στη μεριά τους και στήθηκε πανηγύρι, γιατί το δικό μας επίπεδο ήταν χαμηλό ενώ το δικό τους ψηλό, έτσι ήταν το ρέμα. Λες και η φύση συνέδραμε σ’ αυτή την αόρατη ανισότητα που μας όπλιζε το χέρι. Δεν αστειεύομαι. Σ’ αυτή τη μάχη υπήρχαν και τόξα με βέλη που στην άκρη τους ήταν τσακισμένα καπάκια από κονσερβοκούτια. Παριστάναμε τους ινδιάνους βλέπεις. Αυτά συμβαίνουν ανάμεσα σε μικρά αρσενικά, γιατί για τα κορίτσια το ρέμα ήταν απαγορευμένη ζώνη. Πώς λοιπόν να μην ζητήσει η πατριαρχική οικογένεια και η παιδεία της ένα μεγάλο ιστορικό συγνώμη απ’ το γυναικείο φύλο;
Αυτό το ρέμα είχε πολλές λιγαριές, ιδανικές για σφεντόνες, αλλά και για βίτσες στους δασκάλους, που τις πηγαίναμε ξεφλουδισμένες και καμένες για να αντέχουν. Ποιο τάχα σύνδρομο της Στοκχόλμης μας διακατείχε και τις προσφέραμε με τόση επιμέλεια προκειμένου να εφαρμόσουν την “παλιά παιδαγωγική” που περιέγραφε κι ο Καζαντζάκης δεκαετίες πριν από μας, πάνω στις παιδικές τεντωμένες και ανοιχτές μας παλάμες; “Δάσκαλε, μην το λυπάσαι” ήταν το απαραίτητο κερασάκι στην σωφρονιστική τούρτα.
Μπορεί σημείο συνάντησης στο ρέμα να μην υπήρχε με τα “αγρινιωτάκια”, όμως ένα αόρατο νήμα μας ένωνε, κι αυτό δεν ήταν άλλο απ’τον Παναιτωλικό. Ήταν αυτός που έσπαγε τα σύνορα των παιδικών μας φιλονικιών. Κι όταν λέω “σύνορα” το εννοώ. Η ταβέρνα ανάμεσα στις πάνω γέφυρες των δύο ρεμάτων λεγόταν “Σύνορα”, δίπλα ακριβώς το μοναδικό θερινό σινεμά λεγόταν “Ακροπόλ”. Σ’ αυτή την “άκρη της πόλης” γνώρισε μεγάλες δόξες ο Ξανθόπουλος, η Μάρθα Βούρτση, αλλά και η Χούλια Κότσιγιτ. Είπαμε προσφυγίτικα.
Τα αντίστοιχα ονόματα των σινεμά του Αγρινίου ήταν βουτηγμένα στις αφαιρέσεις: Ριάλτο, Ολύμπιον, Ελληνίς, Παλλάς, Άνεσις. Άστα να πάνε δηλαδή. Αντίθετα το Ακροπόλκαι τα Σύνορα σηματοδοτούσαν τον κόσμο του αισθητού όπως λέει κι ένας καρδιακός μου φίλος. Είμασταν στα σύνορα και στην άκρη της πόλης, γιατί η πόλη σταμάταγε σε μας. Εμείς είμασταν η Ερυθραία και ο Αγ. Κωνσταντίνος, οι άλλοι.
Αρχές του ’70 ξεκίνησαν τα μεγάλα έργα της Χούντας. Στο βοΪδολίβαδο ήρθε ο Παττακός με το μυστρί για να εγκαινιάσει το στάδιο (“κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο”) και την τεχνική σχολή, την βοΪδοσχολή έλεγε περιφρονητικά η μάνα μου. Μας πήγαν με τα κεφάλια κουρεμένα με την “χοντρή” γιατί η “ψιλή” ήταν για σωφρονισμό και τιμωρία κι ας ήταν η διαφορά ένα χιλιοστό μαλλί. Γι’ αυτό στην μεταπολίτευση είχαμε τόσους “μαλλιάδες”.
Ήρθαν και στο πρώτο ρέμα. Στην αρχή τα φουρνέλα και ο εκβραχισμός. Το σχέδιο: τσιμεντένιος αύλακας κι από πάνω άσφαλτος. Δηλαδή υπόγειες υψηλές ταχύτητες των νερών με ασυγκράτητα φερτά υλικά στα ανάντι και φράξιμο στα κατάντι.
Σε δουλειά να βρισκόμαστε σε νέους κύκλους εργασίας. Το πνεύμα του καπιταλισμού. Τρέχαμε όλοι να δούμε πώς γίνονταν η ανατίναξη, μας άφηναν οι άτιμοι. Το θέαμα μας αφόπλιζε και δεν μπορούσαμε να δούμε πως μαζί με τους βράχους τίναζαν και τα δικά μας βιώματα με ό,τι όμορφο κι άσχημο έκρυβαν μέσα τους, κόβοντας βίαια κάθε ίχνος συνέχειας, με αλλαγές και μεταμορφώσεις για τους επόμενους.
Θυμάμαι την τελευταία εικόνα αυτού του ρέματος. Ήταν χειμώνας και είχε κατεβασιά φουσκωμένη που ξήλωσε τα καλούπια. Όταν σταμάτησε η βροχή και κόπασαν τα νερά, ένα νεαρός απ’ τον συνοικισμό, παιδί της εκκλησίας, ανέβηκε πάνω σ’ ένα απ’ αυτά τα μεγάλα ξύλινα τελάρα, που χρησιμοποιούσαν για καλούπια, κωπηλατώντας το όρθιος και περήφανος. Ήταν η τελευταία πράξη αντίστασης του ρέματος πριν τον εγκιβωτισμό του, ήταν η τελευταία πράξη εκτροπής και οικειοποίησης που λέγαν οι Γάλλοι καταστασιακοί, από ένα παιδί που εκπροσωπούσε εκείνη την στιγμή ό,τι πηγαίο αποτυπώναμε στο ρέμα, πριν τη μαζική μας απόσυρση και ένταξη σε ό,τι το διαδέχθηκε.
Ο καιρός της τηλεόρασης ήταν ήδη εδώ. Το βίωμα και η αυτενέργεια έγιναν αναπαράσταση. Ξεκινούσε η εποχή της σύγχισης. O tempora, o mores. Τα νέα χωροταξικά σχέδια βάδιζαν στη λογική των περιφράξεων καταλαμβάνοντας κάθε σπιθαμή πραγματικά ελεύθερου χώρου και μαζί τους ξύπνησαν και οι ιδιοκτήτες κι άρπαξαν την ευκαιρία. Μετά άλλες περιφράξεις, μ’ αυτές τις γαμημένες εξετάσεις εισαγωγής για το γυμνάσιο. Οι πιο πολλοί πήγαν να μάθουν “καμιά τέχνη”, εγώ σημαιοφόρος βλέπεις, συνέχισα με τους λίγους όλες τις βαθμίδες, κουβαλώντας πάντα μέσα μου τη μοναξιά του βίαιου αποχωρισμού.
Μας αποδεκάτισαν και η Ερυθραία απέκτησε κανονικότητα.
Οι αλάνες έγιναν οικόπεδα χωρίς χώρο και χωρίς υποκείμενο να τις διεκδικήσει. Η “αλητεία” της παιδικότητας κατασυκοφαντήθηκε για να καταντήσει σήμερα παιδότοπος οργανωμένης επανάληψης με μια διαρκή αγωνία μην τυχόν και γρατσουνιστεί το παιδί. “Κάτω απ το πλακόστρωτο, υπάρχει η παραλία” έλεγαν οι εξεγερμένοι στον Μάη του ΄68. Κάτω απ’ τα τσιμέντα και τις περιφράξεις υπάρχουν οι φωνές μας λέω εγώ, κάθε φορά που τα διαβαίνω.
Τα ρέματα ήταν τόπος φυγής και πρακτικού αυτοσχεδιασμού, ήταν το καταφύγιο της ελευθερίας μας. Ήταν συνάμα το αυλάκωμα των νερών στην πλάτη της γης για εκατοντάδες και χιλιάδες χρόνια. Στο όνομα της ανάπτυξης και της τάξης, αυτά πάνε μαζί μην το ξεχνάμε όπως μαρτυρεί σήμερα και η Χαλκιδική με την εξόρυξη, τα αναθεμάτισαν. Ακόμα ηχεί στ’ αυτιά μου εκείνη η τρομερή παρατήρηση: “πάλι στο ρέμα ήσουνα”; Μέσα μου πάλευαν εκείνη τη στιγμή οι νεράιδες με τις κακές μάγισσες.
Το πρόσταγμα της ανάπτυξης έδωσε δουλείες και μεροκάματα, τα κονόμησαν οι εργολάβοι, το κράτος και τα μαγαζιά με τα τραπεζοκαθίσματα, αλλά η τραγωδία της Μάνδρας και κάθε Μάνδρας θέλει μιάν απάντηση. Εδώ είναι τα ρέματα δεν είναι παίξε γελασε για να παραφράσω τον Σαββόπουλο. Ο καπιταλισμός “λύνει” τα προβλήματα που δημιουργεί, χωρίς να τα θέτει. Τα νερά εχουν μνήμη και θα περάσουν όταν χρειαστεί από εκεί που ξέρουν και τότε αλίμονο στην πρόοδο και στους προοδευτικούς της ανάπτυξης. Αυτή τη μνήμη επικαλούμαι χωρίς ρομαντισμούς και κενές νοσταλγίες. Μιλάω για τα νέα ρέματα που θα στεγαστεί ξανά ή “βρωμιά” και η φασαρία της ελευθερίας στον δημόσιο χώρο, ενάντια στον υγιεινισμό και τη σιωπή που επιβάλλει η κανονικότητα της κυριαρχίας.
Τότε ίσως ξανά εμφανιστεί κάτω από τα σπασμένα τσιμέντα της ανάπτυξης εκείνο το παιδί που καβάλησε το τεράστιο τελάρο και κωπηλατούσε χωρίς να φοβηθεί τον ρου της ελευθερίας των νερών. Τότε ίσως ξαναακουστούν εκείνες οι φωνές, ώριμες πια και απαλλαγμένες από την παιδική κακία.