Δευτέρα 10 Ιουνίου 2019

Δίστομο 10 Ιουνίου 1944 μια αληθινή ιστορία

Έχω Πάψει να Αισθάνομαι Μίσος για τους Γερμανούς» - Η Ιστορία Ενός Επιζώντα της Σφαγής στο Δίστομο

Ο 77χρονος, σήμερα, Αργύρης Σφουντούρης ήταν μάρτυρας μιας από τις χειρότερες θηριωδίες των γερμανικών ναζιστικών στρατευμάτων σε βάρος αμάχων.

|

«Θυμάμαι μόνο εικόνες. Γερμανικά φορτηγά, γεμάτα στρατιώτες, να μπαίνουν στο Δίστομο. Δεν είχαν ξανάρθει τόσοι πολλοί Γερμανοί. Έφθαναν συνήθως ένα-δύο φορτηγά για να κάνουν πλιάτσικο. Όμως, εκείνη τη μέρα κατάλαβα ότι δεν είχαν έρθει για πλιάτσικο».
Η φωνή του Αργύρη Σφουντούρη στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής είναι μεταλλική και σταθερή. Σε ηλικία 77 ετών σήμερα, παραμένει ο φύλακας της ιστορικής μνήμης για τη Σφαγή στο Δίστομο, στις 10 Ιουνίου του 1944, μια από τις χειρότερες θηριωδίες των ναζιστικών γερμανικών στρατευμάτων σε βάρος άμαχου πληθυσμού. Ο Σφουντούρης, οποίος μεγάλωσε στην Ελβετία ως ορφανό του πολέμου και τα τελευταία 20 χρόνια έχει αφιερωθεί στη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων, πρόκειται να βρεθεί σήμερα στη Θεσσαλονίκη, σε ειδική εκδήλωση της Λέσχης Αστυνομικών. Όλα αυτά τα χρόνια, δεν σταμάτησε να διηγείται την ιστορία.

Ο Αργύρης Σφουντούρης σήμερα. Φωτό: Νίκος Λιάσκος.
Τον Ιούνιο του 1944, ήταν μόλις τεσσάρων ετών. «Ήταν ημέρα Σάββατο, νωρίς το απόγευμα, και βρισκόμουν στο σπίτι με τον πατέρα μου, τις δύο αδερφές μου -δέκα και έξι ετών- και μια ξαδέρφη μας. Η μάνα μου είχε κατέβει στη Λειβαδιά για να αγοράσει μικρο-εμπορεύματα για το κατάστημα που κρατούσαμε», θυμάται ο ίδιος. Οι Γερμανοί μπήκαν εξαγριωμένοι στο Δίστομο. Αποκεφάλισαν τον παπά του χωριού και διέταξαν τους κατοίκους να κλειστούν στα σπίτια τους. Όσοι έμεναν έξω, όπως είπαν, θα θεωρούνταν αντάρτες και θα εκτελούνταν. «Σκότωναν, όμως, αδιακρίτως, άντρες, γυναίκες και μωρά παιδιά. Έβαζαν φωτιά στα σπίτια. Ακούσαμε βήματα από μπότες στην αυλή. Είχαν έρθει για να κάψουν και το δικό μας σπίτι. Δεν περίμενα ότι θα μας έσφαζαν. Ο πατέρας μου κατέβηκε για να τους παρακαλέσει να μην το κάνουν. Τον έβγαλαν στον δρόμο και τον εκτέλεσαν δίπλα σε μια πέτρινη βρύση. Η τελευταία φορά που τον είδα ζωντανό ήταν στη σκάλα του σπιτιού μας», λέει ο κ. Σφουντούρης.
«Εμείς, τα παιδιά, μείναμε κλεισμένα στο σπίτι. Το έβαλαν φωτιά και πεταχτήκαμε έξω, κλαίγοντας και αναζητώντας τον πατέρα μας. Υπήρχαν παντού στον δρόμο σκοτωμένοι, φωτιές και καπνοί έβγαιναν από παντού. Είχε αρχίσει να βραδιάζει και οι Γερμανοί ετοιμάζονταν να φύγουν, ώστε να προλάβουν να επιστρέψουν στη Λειβαδιά πριν πέσει το σκοτάδι. Αλλιώς θα έμεναν κι άλλο. Τους θυμάμαι να ανεβαίνουν στα φορτηγά. Βγήκαμε στον δρόμο κι ένας νεαρός αξιωματικός μάς έκανε νόημα να κρυφτούμε ξανά στην αυλή. Δεν μας άφησε να βγούμε έξω, γιατί κάποιος άλλος θα μας σκότωνε».

Ο Αργύρης Σφουντούρης με συγγενείς του που επέζησαν της σφαγής, στην είσοδο του πατρικού σπιτιού του.
Εκείνο το απόγευμα οι Γερμανοί σκότωσαν 218 άτομα στο Δίστομο, μεταξύ αυτών 53 παιδιά. Σκότωσαν με αγριότητα και αδιακρίτως αμάχους, γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους, ακόμη και βρέφη. Βίασαν και σκότωσαν γυναίκες, ξεκοίλιασαν εγκύους, ακρωτηρίασαν ανθρώπους κι έκαναν πλιάτσικο. «Η μάνα μου στη Λειβαδιά έμαθε για τη σφαγή κι έτρεξε να γυρίσει στο Δίστομο. Συνάντησε τους Γερμανούς στην είσοδο του χωριού. Τη σκότωσαν κι αυτή μαζί με άλλους και τη μετέφεραν στο χωριό το επόμενο πρωί, νεκρή πάνω σε ένα κάρο. Στη δική μου οικογένεια σκοτώθηκαν 30 άτομα», περιγράφει ο Σφουντούρης.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Διαβάστε στο VICE: Aπόγονοι Θυμάτων των Ναζί Έγιναν Χρυσαυγίτες
Από τους κατοίκους του Διστόμου, οι ναζί δεν είχαν δεχθεί καμία πρόκληση. Νωρίτερα την ίδια μέρα, ο διοικητής του 2ου λόχου του 1ου τάγματος του 7ου τεθωρακισμένου συντάγματος των Ες-Ες, είχε λάβει διαταγή να μετακινήσει τη δύναμη από τη Λειβαδιά προς το Δίστομο και τα χωριά Στείρι και το Κυριάκι, ώστε να εντοπίσει αντάρτες. «Οι Γερμανοί είχαν βάλει μπροστά ως "δόλωμα" δύο επιταγμένα ελληνικά φορτηγά με στρατιώτες, που ήταν μεταμφιεσμένοι σε Έλληνες χωρικούς και μαυραγορίτες. Στον δρόμο δεν συνάντησαν αντάρτες, παρ' όλα αυτά σκότωσαν έξι παιδιά, βοσκούς που τους είδαν και προσπάθησαν να τρέξουν, κι έπιασαν αιχμαλώτους άλλους δώδεκα». Προσπέρασαν το Δίστομο και κατευθύνθηκαν προς το Στείρι, όπου έπεσαν σε ενέδρα ανταρτών. Έγινε άγρια μάχη και αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν, νωρίς το απόγευμα πια, πίσω στο Δίστομο, ντροπιασμένοι και με εντολή να το αφανίσουν ως αντεκδίκηση.

Γερμανοί χαμογελούν, ενώ το Δίστομο καίγεται.
«Οι Γερμανοί επέτρεψαν στον Ερυθρό Σταυρό να μπει στο Δίστομο εννιά μέρες αργότερα», αφηγείται ο Σφουντούρης. «Περίπου 30 ορφανά, μεταξύ αυτών εμένα και τις αδερφές μου, μας μετέφεραν σε ορφανοτροφείο στην Κηφισιά, όμως γρήγορα με γύρισαν πίσω γιατί ήμουν βρέφος και δεν μπορούσαν να με θρέψουν, ήμουν ετοιμοθάνατος». Ο μικρός Αργύρης έζησε δύο χρόνια με τους παππούδες του και όταν έκλεισε τα έξι, μεταφέρθηκε ξανά στην Αθήνα, στο Ζάννειοορφανοτροφείο στον Πειραιά και σε δεύτερο ίδρυμα στην Εκάλη. «Τρία χρόνια αργότερα, μια επιτροπή εθελοντών από την Ελβετία, που φρόντιζε τα ορφανά του πολέμου, με πήραν μαζί με άλλα αγόρια στο παιδικό χωριό Πεσταλότσι, στο Τρόγκεν» αφηγείται.
Το μικρό αγόρι από το Δίστομο σπούδασε Πυρηνική Φυσική και Αστροφυσική στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, καθώς, όπως λέει, ήταν η εποχή που η επιστήμη πίστευε ότι το ενεργειακό πρόβλημα θα μπορούσε να λυθεί με την πυρηνική ενέργεια. Ο Σφουντούρης έγινε καθηγητής και δίδαξε τα επόμενα χρόνια σε δημόσια λύκεια στη Ζυρίχη και το Βίντερτουρ. «Κράτησα επαφή με την Ελλάδα, ερχόμουν τακτικά, εκτός από την περίοδο της δικτατορίας, οπότε, όπως έμαθα αργότερα, είχα αποκτήσει φάκελο στην Ασφάλεια, διότι παρακολούθησα μια διάλεξη στην Ελβετία του θεατρικού συγγραφέα Μαξ Φρις», περιγράφει. Ο ίδιος θα αναπτύξει επιστημονικό και συγγραφικό έργο, μάλιστα στην πορεία της ζωής του θα πάρει μέρος σε ελβετικές και διεθνείς αποστολές στη Σομαλία, το Νεπάλ και την Ινδονησία, ως σύμβουλος στην ίδρυση τεχνικών σχολών σε αυτές τις χώρες.

Ορφανά παιδιά μεταφέρθηκαν σε ιδρύματα στην Αθήνα και την Ελβετία.
Από το 1995 ο Σφουντούρης ξεκίνησε έναν μακρύ αγώνα, για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης στο Δίστομο κι επίσης για τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων. Πραγματοποιεί ομιλίες στη Γερμανία και την Ελλάδα, ενώ κάθε χρόνο συνοδεύει μαθητές της Γερμανικής Σχολής Αθηνών σε εκπαιδευτική εκδρομή στο Δίστομο. Η συγκλονιστική ιστορία του έγινε ντοκιμαντέρ από τον Ελβετό σκηνοθέτη Στέφαν Χάουπ, με τίτλο «Ένα τραγούδι για τον Αργύρη» ("Ein Lied für Argyris").

«Η κοινή γνώμη στη Γερμανία πλέον γνωρίζει. Υπάρχουν σήμερα επιτροπές υπέρ των γερμανικών αποζημιώσεων σε πολλές γερμανικές πόλεις, παρεμβάσεις έγιναν ως και στη φετινή έκθεση Documenta στο Κάσελ», λέει. Ο ίδιος τα προηγούμενα χρόνια τέθηκε επικεφαλής δικαστικών διεκδικήσεων σε ελληνικά και διεθνή δικαστήρια για το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων, που όμως παραμένουν ανεκτέλεστες, καθώς για το επίσημο γερμανικό κράτος το θέμα θεωρείται ανύπαρκτο. Αυτό είναι κάτι που τον λυπεί, όμως επιμένει να πιστεύει ότι αν το δίκαιο γίνει πεποίθηση της κοινής γνώμης και εδραιωθεί, τότε και η πολιτική εξουσία θα αναγκαστεί να ακολουθήσει.

Τον ρωτώ για τα συναισθήματα που τρέφει για τους Γερμανούς. «Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου ένιωθα μίσος, όμως στα 25-30 σταμάτησα να μισώ», λέει. «Κατάλαβα ότι δεν έχει κανένα νόημα και ότι δυστυχισμένος είναι αυτός που τρέφει το μίσος και όχι εκείνος που το προκαλεί».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου